Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2012

Ποια είναι αυτή η κρίση και πότε συναντηθήκαμε!



Της Έλενας Λουκοπούλου


photo: Θάνος Τσάκαλος
Δεν ξέρω πολλά πράγματα από Οικονομία.
Αυτό που ξέρω, είναι αυτό που βιώνουμε καθημερινά όλοι μας.
Πλήρης καταστροφή και προσπάθεια κρυψίματος κάτω από το χαλί!
Καταστροφή όχι μόνο οικονομική αλλά και ηθική και συναισθηματική.

Ας δούμε τι συμβαίνει με απλά λόγια που μπορεί να σκεφτεί ο οποιοσδήποτε λογικά σκεπτόμενος άνθρωπος.
Δικές μου απλές, ίσως, για κάποιους και απλοϊκές σκέψεις.
Όλα άρχισαν όταν το 2009 ξαφνικά όλη η Ευρώπη κατάλαβε την απάτη της Ελλάδας με τα "κόψε ράψε" στα οικονομικά της στοιχεία για να μπει στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σημείωση ότι όλες σχεδόν οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκείνη την περίοδο, παρόλο που είχαν προβλέψει πλεονάσματα, είχαν τεράστια ελλείμματα,  κάποιες μάλιστα πολύ μεγαλύτερα από τα δικά μας.

Ο αισιόδοξος Γιωργάκης  λοιπόν τότε, μας έλεγε «λεφτά υπάρχουν»  και έφτιαξε έναν  προϋπολογισμό για το 2010 που περιελάμβανε αυξήσεις μισθών, επιδόματα αλληλεγγύης και άλλα τέτοια ωραία πράγματα.
Ο Έλληνας με τη βοήθεια και των καναλιών χάρηκε και πίστεψε ότι αυτός θα μας σώσει.
Αμέσως μετά ξεκινάει ένα παιχνίδι γάτας και σκύλου με τη Στατιστική υπηρεσία και την κυβέρνηση, για το ποια ήταν τα πραγματικά νούμερα, γιατί τα νούμερα που είχε πει ο φίλος μας δεν έβγαιναν και ότι όλοι τα ήξεραν αλλά έκαναν τον Κινέζο κατηγορώντας την προηγούμενη κυβέρνηση.
Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να πηγαίνουμε από καθυστέρηση σε καθυστέρηση και πολύτιμος χρόνος να περνάει.
Ποιος ήταν ο σκοπός όμως αυτής της καθυστέρησης στο να παρθούν μέτρα που ίσως να ήταν και σωτήρια.
Ο κύριος «αισιόδοξος» Γιωργάκης μην μπορώντας να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα θεώρησε τότε σωστό να γυρνάει σε όλη την Ευρώπη και να διατυμπανίζει ότι οι Έλληνες φταίνε για αυτή την κατάσταση, ότι είμαστε ένα απόλυτα διεφθαρμένο κράτος που ζει πλουσιοπάροχα σαν άλλη Cosa Nostra, με αποτέλεσμα τα περίφημα spreads, που δεν ήξερε κανείς μέχρι τότε τι ήταν, να φτάσουν στα ύψη και ο Γιωργάκης να αναγκαστεί να μας βάλει, για το καλό μας, στο Δ.Ν.Τ. με φόντο το όμορφο Καστελόριζο.
Όλη η Ελλάδα πάγωσε!
Και εννοείται ότι από εκείνη τη στιγμή άνοιξε το κουτί της Πανδώρας και ξεχύθηκαν από μέσα όλα τα δεινά και οι ασθένειες που ήταν κρυμμένες σε αυτό.
Οι απροετοίμαστοι Ελληνες  που δεν είχαν ιδέα για το τι τους περίμενε, μαζεύτηκαν στα σπίτια τους και κλείστηκαν στο καβούκι τους και άρχισαν να κατηγορούν ο ένας τον άλλον, αντί να δώσουν μια και να ξαποστείλουν μια ώρα αρχύτερα τον αισιόδοξο και την παρέα του στον "έξω από δω".
Τι καταλαβαίνουμε τώρα εμείς από μόνοι μας οι απλοί πολίτες.
Ήταν καθαρά θέμα βλακείας της κυβέρνησης να προβλέψει την καταστροφή που θα έφερναν οι κινήσεις της και τις επιπτώσεις που θα είχε στις αγορές, ή ήταν ένα καλοστημένο σχέδιο κάποιων σε συνεργασία με τον αισιόδοξο "δικό μας", γιατί πολύ απλά τα ελλείμματα και τα χρέη των χωρών αποφέρουν τεράστια κέρδη σε κάποιες χώρες που πρέπει να επικρατήσουν ( τις ξέρουμε όλοι).
Ή μήπως είναι ο συνδυασμός και των δύο;
Το θέμα είναι ένα και για μένα πολύ λυπηρό.
Ο Έλληνας μάσησε και πίστεψε το παραμυθάκι που του πούλησαν ότι είμαστε κακά παιδιά και αξίζουμε αυτά που τραβάμε και να μη μιλάμε.
Σε όλο αυτό το παραμύθι βέβαια έπαιξαν τον ρόλο τους και τα καλά παιδιά των καναλιών, τα αδιάφθορα αυτά πλασματάκια από άλλο πλανήτη που θέλουν το καλό της χώρας και ουδεμία σχέση έχουν με τις αδιαντροπιές που έχουν γίνει εις βάρος των Ελλήνων.
Αυτοί μόνο την είδηση καλύπτουν. Δεν παίρνουν θέση ποτέ και δεν προσπαθούν να κατευθύνουν την κοινή γνώμη.
 
Αυτή είναι η κρίση μέσα από τα δικά μου μάτια και πιστεύω, μέσα από τα μάτια των περισσοτέρων πια.
Πρέπει να δούμε την πραγματικότητα και να πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας να μην αφήσουμε να μας εκμεταλλεύονται και να μας καθοδηγούν.
Είμαστε έξυπνος λαός και πρέπει να ξυπνήσουμε.
Έχουμε τη δύναμη αλλά φοβόμαστε.
Ας ξεκινήσουμε όλοι στην καθημερινότητά μας να ξυπνάμε και να αντιδράμε και όλα θα έρθουν.
Ας μην είμαστε πρόβατα και ας στείλουμε όσους το αξίζουν στον "έξω από εδώ" και ακόμα παραπέρα.
Το έχουμε κάνει και άλλες φορές. Ας το ξανακάνουμε!
Και προπαντός να μην ακούμε και πιστεύουμε την κάθε βλακεία που μας σερβίρουν τα αξιοπρεπή κανάλια με τους αμερόληπτους δημοσιογράφους.
Επισυνάπτω ένα βίντεο πολύ καλό με την βεβαιότητα ότι έχουμε και εμείς τέτοιους αξιόλογους δημοσιογράφους που θα κάνουν αυτό που πρέπει, απλά δεν συχνάζουν στα μεγάλα κανάλια.
 

Τα συμπεράσματα δικά σας!





Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου 2012

Επέτειος

Της Μαρίας Κανελλάκη

 

«Να προσέχεις τα παιδιά μέχρι να γυρίσω… Η μικρή αδυνάτισε κι άλλο… Μου είπαν στο σχολείο για τα εμβόλια…  τους εξήγησα… Τι να εξηγήσω δηλαδή;… Ο μεγάλος θέλει παπούτσια…  αν πληρωθούμε αυτό το μήνα, θα του τα πάρω… Παλληκαράκι έγινε!... Γκρινιάζει κι ύστερα έρχεται πλάι μου και με πνίγει στις συγνώμες… Κι εσύ, σταμάτα να κλαις… Μη σε βλέπουν τα παιδιά και τους πάρει από κάτω… Κάτι θα βρεθεί, θα δεις…  Να πάρουμε και λίγα όσπρια για το χειμώνα… Ονειρεύτηκα χτες ότι ήμασταν σε μια παραλία με γαλαζοπράσινα  νερά…  Εσύ ψάρευες σ’ένα βράχο κι εγώ με τα παιδιά σκαλίζαμε γοργόνες πάνω  στην άμμο …  Σε κοιτούσα από μακριά και σ’ ερωτευόμουν απ’ την αρχή…  Μύριζες γιασεμί και γλυκό τριαντάφυλλο…»
«…Να πάρεις τη σπιτονοικοκυρά αύριο…  εξήγησέ της πάλι… Θα δώσω το βαφτιστικό της μικρής, δε γίνεται αλλιώς… θα της το αντικαταστήσουμε με την πρώτη ευκαιρία… Να μη σταματήσει τ’ αγγλικά του ο μεγάλος… τουλάχιστον να πάρει το χαρτί, να μην πάνε χαμένα τόσα χρόνια στο φροντιστήριο… ύστερα… έχει ο Θεός!... Ας περιορίσουμε κι άλλο τα ψώνια… Θα κάνω αίτηση και στο κοινωνικό παντοπωλείο… Κουράστηκα!... Τα παιδιά να προσέχεις… Να μην πάθουν κακό!... Να βάλουν χοντρά ρούχα το πρωί, χάλασε ο καιρός… μην κρυώσουν Παναγία μου!»
 
«…Πιάσε μου το χέρι, βάλε με στην αγκαλιά σου…  θέλω μια σπηλιά να κρυφτώ απόψε… να κλάψω, να ξορκίσω το χτικιό του φόβου, να λευτερωθώ …  κι ύστερα να με φιλήσεις τρυφερά και να μου ψιθυρίσεις στ’ αυτί πως μ’ αγαπάς… να πάρω δύναμη…  Η μικρή θέλει να γίνει μπαλαρίνα…  είναι λεπτοκαμωμένη και θα τα κατάφερνε στα σίγουρα! … Τους είπα στο σχολείο να μην την ξαναρωτήσουν γιατί είναι τόσο αδύνατη… “Έτσι είναι το σκαρί μας!”, τους είπα… “…και να μη φέρνετε το παιδί σε δύσκολη θέση”… Την πιάσανε πάλι να ξεροσταλιάζει έξω απ’ το κυλικείο και να παρακολουθεί τα παιδιά που ψωνίζανε λιχουδιές…  μου είπαν πως ο σύλλογος θα συγκεντρώσει χρήματα για να βοηθήσει… ντράπηκα!...»
«...Σαν σήμερα στεφανωθήκαμε, θυμάσαι;… Πώς κυλήσανε τόσο γρήγορα τα χρόνια;…  Θα γεράσουμε μέσα σ’ ένα βράδυ… αυτό φοβάμαι…  Δεν θυμάμαι πια πότε περπάτησε ο μεγάλος μας… πότε έβγαλε τα πρώτα του δοντάκια το Λενιώ μας… Τρέμω για το αύριο κι έχασα το χτες τους!…. Να προσέχεις! Σ’ αγαπώ!... Μην πέφτεις κάτω… κι αυτό θα περάσει, θα δεις!... Κρυώνω… Ο χειμώνας με τρομάζει…  Θα τον βγάλουμε και φέτος;…  Να ήταν τρόπος να σου δείξω πόσο σ’ αγαπώ!... Δεν προλαβαίνω πια τίποτα…  Ούτε έχω δώρο για σένα απόψε… Μόνο τα δάχτυλά μου μπορώ να μπλέξω στα μαλλιά σου και να τα χαϊδεύω μέχρι να ξημερώσει… Να γαληνέψει λίγο η ανάσα μας… »
 
«Αχ!... Να προσέχεις τα παιδιά μέχρι να γυρίσω...»

 

Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2012

Ένας κύκνος το καλοκαίρι...

Της Κωνσταντίνας Πέππα
 
 
Ο κύκνος
 
Φυσάς μια τούφα από τα μαλλιά σου, που έχει μπλεχτεί στα ματόκλαδα και θεωρείς ότι αυτό έφταιγε που έβλεπες κάτι περίεργο στη θάλασσα.
Κι όπως είσαι ξαπλωμένη μπρούμυτα στην ψάθα και το οπτικό σου πεδίο είναι πια ανεμπόδιστο, το ξαναβλέπεις και τώρα ξέρεις πως δεν είναι οφθαλμαπάτη.
Κάπου εκεί, λοιπόν, προς το τέλος του καλοκαιριού, ένας άσπρος κύκνος εμφανίζεται στα γαλάζια νερά και σου φαίνεται πως σε κοιτάζει κιόλας.
Σηκώνεσαι ξαφνιασμένη και μπαίνεις στη θάλασσα για να τον δεις από κοντά. Εξακολουθείς να πιστεύεις ότι σε κοιτάζει. Απομακρύνεται και αναρωτιέσαι τι γυρεύει ένας κύκνος σ’αυτήν τη θάλασσα. Τόσα χρόνια εδώ, δεν έχεις ξαναδεί ποτέ. Κι επειδή;
Επιστρέφεις στα σιγυρισμένα κουτάκια της ζωής σου, που έκανες χρόνια να τα στήσεις και πάντα κόμπαζες κρυφά, που δεν έφυγε κανένα από τη θέση του.
Στις κόρες, όμως, των ματιών σου, το φτερούγισμα του κύκνου ανταγωνίζεται εκείνο της καρδιάς σου.
Σιγυρισμένης κι αυτής...
 
Ο κύκνος κι ο ξένος
 
Ανεβαίνεις ξυπόλητη στο κακοτράχαλο μονοπάτι με τη φωτογραφική μηχανή στο χέρι για να ακολουθήσεις την πλεύση του όμορφου πτηνού από ψηλά. Δεν κοιτάς μπροστά σου, φοβάσαι μην το χάσεις από το οπτικό σου πεδίο και πέφτεις πάνω σε αγκαθωτούς θάμνους.
Και το χέρι ενός ξένου, που δεν είχες προσέξει τόσα χρόνια, αλλά το περίμενες άλλα τόσα, ματώνει, κόβοντας τα αγκάθια για να περάσεις. Κοντοστέκεσαι και νομίζεις πως έχεις αρχίσει να το χάνεις. Στα μάτια του καθρεπτίζεται ο κύκνος και αυτή τη φορά δε σου φαίνεται. Είναι σίγουρο ότι σε κοιτάζει.
Σκοντάφτεις και ανησυχείς για τα σιγυρισμένα σου κουτάκια. Είναι καλά; Μήπως έσπασαν;
Ο ξένος σε βοηθάει να ξαναβρείς την ισορροπία σου. Τα κουτάκια, όμως, τα παίρνει και τα πετάει στη θάλασσα.
«Τι τα θες πια; Μόλις λυτρώθηκες...» θα σου πει και θα σου φιλήσει το χέρι.
Η φωνή σου δε βγαίνει πια κι ο κύκνος, για τον οποίον τσακίστηκες μέσα στα βάτα για να προλάβεις, δεν είναι πια στη θάλασσα, αλλά μπροστά σου.
Στις κόρες των ματιών του, καθρεπτίζεται η καρδιά σου – ασιγύριστη πια - .
 
Ο κύκνος, ο ξένος κι ο αποχωρισμός
 
Κατεβαίνεις ξυπόλητη το μονοπάτι. Ανάλαφρη πια. Τόσα κουτάκια ξεφορτώθηκες. Ο αέρας φέρνει στα ρουθούνια σου, άρωμα κανέλας και βανίλιας. Να είναι από τα μαλλιά του; Από το σώμα του; Είναι, πάντως, το πιο όμορφο άρωμα που έχεις μυρίσει ποτέ.
«Άρωμα ελευθερίας» θα σου πει ο ξένος, που θα έχει διαβάσει τη σκέψη σου.
Θα φτάσεις στην παραλία και δε θα βρεις τίποτα στη θέση του.  Ακόμα κι η θάλασσα είναι αλλόκοτη. Μισή φουρτουνιασμένη, μισή γαληνεμένη.
Πρέπει να επιλέξεις, αλλά ξερεις ότι δεν είναι εύκολο. Παραδόξως, σε ηρεμεί η φουρτούνα και σε αναστατώνει η γαλήνη.
Μα τι σου συμβαίνει;
Ο ξένος δε θα σε πιέσει. Θα είναι πάντα σ’αυτό το μονοπάτι. Σημασία έχει, που, έστω και αργά, βρήκες τον κύκνο σου.
Στις κόρες των ματιών σας, δυο κύκνοι θα λικνιστούν στις ασιγύριστες καρδιές σας...