Της Μαρίας Κανελλάκη
Την περασμένη βδομάδα που έριχνε καρεκλοπόδαρα, είχαμε διακοπή
ρεύματος στο σπίτι. Η γιαγιά τα πήρε κρανίο γιατί δεν μπορούσε να δει την
Φατμαγκιούλ. Η μαμά μόλις την άκουσε, της φώναξε: «Στα φρύδια μου!», ή κάτι
τέτοιο τέλος πάντων. Δεν είμαι σίγουρος. Και μετά που ήρθε ο μπαμπάς σπίτι, του
είπε «Εδώ καράβια χάνονται κι η μάνα σου
λαμπροχτενίζεται !». Ο μπαμπάς της είπε να πάει να ...χτενιστεί, ή κάτι
τέτοιο τέλος πάντων. Δεν είμαι σίγουρος. Η μαμά του είπε να κάτσουμε να ρημαδοφάμε, να
μαζέψει το νεροχύτη, να πα’ να ξεκουραστεί. Και μετά κάτσαμε να φάμε τις
χτεσινές φακές, γιατί λέει δεν μπορούσε να μαγειρέψει στο γκαζάκι. «Που από τότε που ήρθε αυτή σπίτι μας…»,
του είπε, «…μας έχουν βρει όλες οι συμφορές μαζωμένες!». «...Τι συμφορές ρε Σούλα;» τη ρώτησε ο μπαμπάς. Κι εγώ, για να
συμπαρασταθώ στη μαμά, του είπα: «Δυο
μέρες τρώμε φακές!». Αυτό ήταν άμιλλα στη μαμά. Αλλά ο μπαμπάς δεν το κατάλαβε και μου άστραψε μια σφαλιάρα
ξεγυρισμένη. Η γιαγιά μας έβρισε όλους, ότι είμαστε οθωμανοί που δεν σεβόμαστε το φαϊ
που τρώμε κι η μαμά της είπε να το βουλώσει και να μη μιλάει αυτή που δεν χάνει τούρκικο σήριαλ. Ο μπαμπάς
αγρίεψε, σαν του Σουλεϊμάν του κατακτητή έγινε η φάτσα του και φοβήθηκα ότι θα
βγάλει κανένα γιαταγάνι να μας λιανίσει όλους. Κι η γιαγιά του είπε, δείχνοντας
με το δάχτυλο τη μαμά: «...Από τότε που πήρε αυτή τα ηνία στο σπίτι, η
οικογένεια διαλύθηκε. Αυτή φταίει.... αυτήηηηηη!!!!». Μετά δεν θυμάμαι τι
έγινε, γιατί ήρθε το ρεύμα και αναβοσβήνανε τα λαμπάκια στην κουζίνα και το
ψυγείο. Και τα λαμπάκια του μπαμπά επίσης!
Μετά που ρημαδοφάγαμε, η γιαγιά πήγε να δει τη Νικολούλη
κι η μαμά ψιθύρισε κοιτώντας το ταβάνι: «Δε
γίνεται ν’ αξιωθείς να εξαφανιστείς κι εσύ να ησυχάσουμε;». Κι εγώ από
άμιλλα στη μαμά, δεν τη μαρτύρησα και το κράτησα κι αυτό μυστικό. Μετά που ο
μπαμπάς μου είπε να πετάξω τις φακές που μείνανε στο πιάτο μου και να πάω να
πάρω κάνα σουβλάκι να στανιάρουμε, εγώ τότε μαρτύρησα το μυστικό γιατί ήθελα να
δείξω άμιλλα στον μπαμπά. Έφυγα τρέχοντας, γιατί τον άκουσα να τσιρίζει: «Σούλαααα...». Αλλά γαμώτο, είχε χαλάσει πάλι η ακτίνα του
ποδηλάτου και πήγα περπατώντας στο σουβλατζίδικο. Μόλις γύρισα σπίτι το είπα
στον μπαμπά και μου υποσχέθηκε ότι θα τη φτιάξει το σαββατοκύριακο. Και το προηγούμενο
το είχε υποσχεθεί, αλλά τελικά πήγε γήπεδο με τον θείο Βαγγέλη και μετά
γυρίσανε για μπύρες σπίτι και τους πήρε ο ύπνος στον καναπέ. Και το είδε η μαμά
το βράδυ, ότι ήταν ακόμα με σπασμένη ακτίνα και όρμηξε πάνω απ’ τον καναπέ
ουρλιάζοντας: «Αν είχες ένα ίχνος φιλότιμου...
λίγο- όχι πολύ- λίγο... τόσα δα... θα τούφτιαχνες το ποδήλατο του παιδιού, αντί
να ροχαλίζεις σα γομάρι!...». Εγώ στεναχωρήθηκα γιατί δεν ήξερα σε ποιον να
δείξω άμιλλα και τελικά πήγα στο πλέϊ στέϊσον κι έβγαλα μια πίστα «κολ-οφ-ντιούτυ».
Δίπλα, η γιαγιά έβλεπε το «Άκρως Οικογενειακόν»… Ή τα «Κλεμμένα
Όνειρα»; … Κάτι τέτοιο τέλος πάντων. Δεν είμαι σίγουρος.
Μπάμπης Δόλιος

Η έκθεση του Μπάμπη βραβεύτηκε στο όγδοο παιχνίδι λέξεων της Φλώρας.
Οι λέξεις που έπρεπε να βασιστεί το κείμενο ήταν: "ηνίο, άμιλλα, ακτίνα, ίχνος, διακοπή".
Αφού ευχαριστήσω από καρδιάς την γλυκιά οικοδέσποινα και όλους τους φίλους και τις φίλες που τίμησαν τον Μπάμπη με την αγάπη τους, θα ήθελα να αφιερώσω την έκθεση σ' όλους τους μικρούς Μπάμπηδες που ασφυκτιούν ανάμεσα στα οικογενειακά πυρά, υπό το "σκότος" μιας ανοιγμένης τηλεόρασης. Που παίζει τις ζωές των άλλων.
Με την ευχή να γίνουν κάποτε, οι πρωταγωνιστές της ζωής τους.
Μαρία Κανελλάκη