Της 'Ελενας Λουκοπούλου
![]() |
photo: Θάνος Τσάκαλος |
Λαχτάρα να μπω μέσα αλλά και άγχος μήπως όταν μπω μέσα,
δεν είναι πια τόσο μαγικό όσο ήταν.
To σπίτι αυτό ήταν στο μέρος όπου πέρασα όλα τα
καλοκαίρια μου σαν παιδί.
Στο τέλος του δρόμου που έμενα, ανοιγόταν μία τεράστια
πλατεία.
Η πλατεία που μαζευόμασταν όλα τα παιδιά της γειτονιάς
και παίζαμε ατελείωτες ώρες.
Τεράστια, στα παιδικά μου μάτια η πλατεία, όχι και τόσο
τεράστια, τώρα πια, που την βλέπω με τα μάτια της ηλικίας μου, ό,τι κι αν
σημαίνει αυτό.
Εκεί που τελείωνε, λοιπόν, αυτή η πλατεία, επιβλητικό και πανέμορφο το ξανθό
σπίτι.
Ξανθό σπίτι το έλεγα, γιατί έτσι μου ήρθε κάποια στιγμή
ξαφνικά.
Ήταν μια φίλη μου δίπλα μου μια μέρα, η Πόπη και το κοιτούσαμε.
Η Πόπη είχε τα πιο
καταπληκτικά ξανθά μακριά μαλλιά και όταν είδα το σπίτι να το χτυπάει ο ήλιος
της λέω:
-Κοίτα Πόπη, το σπίτι έχει το ίδιο χρώμα με τα μαλλιά
σου, είναι το ξανθό σπίτι.
Και έτσι έμεινε στην παρέα ως το ξανθό σπίτι.
Λοιπόν, αυτό το σπίτι είχε κάτι μοναδικό, ήταν ακατοίκητο, αλλά κανείς δεν το πίστευε, γιατί ήταν τόσο
καθαρό και περιποιημένο σαν να ζούσε κάποιος μέσα κρυφά και το πρόσεχε.
Μαγική σκέψη για τα παιδιά της ηλικίας μου, οχτώ χρόνων
τότε.
Είχαμε φτιάξει απίστευτες ιστορίες για φαντάσματα που το
πρόσεχαν, για μια νεράιδα που ζούσε μέσα και έκανε τα λουλούδια τόσο όμορφα,
για μάγισσες που κρατούσαν φυλακισμένα μικρά παιδιά και άλλα τέτοια ωραία
παραμύθια της παιδικής ανεξέλεγκτης φαντασίας.
Αυτό το σπίτι για μένα είχε και κάτι άλλο μοναδικό. Ήταν ένα σπίτι με περίεργη θέση.
Τι εννοώ.
Ήταν εκεί ακριβώς που τελείωνε η πλατεία σαν φυσικό
οχυρό. Σου έδινε την αίσθηση ότι ήταν ο προστάτης της πλατείας
από οτιδήποτε ξένο.
Σε όποιο σημείο και αν καθόσουν, δεν έβλεπες το δρόμο από
πίσω, ένιωθες ότι κάποιος το τραβούσε κάθε φορά που κοιτούσες, όπως το
παθαίνεις με τις εικόνες που όπου και αν σταθείς απέναντί τους, νομίζεις ότι σε
κοιτάει ο Άγιος κατάματα.
Θυμάμαι ώρες ατελείωτες να πηγαίνουμε από τη μία μεριά
της πλατείας στην άλλη και να διαπιστώνουμε πάντα το ίδιο, ότι δεν βλέπουμε το
δρόμο.
Το ξανθό σπίτι ήταν διώροφο με βεράντες στα πλαϊνά που δεν επικοινωνούσαν
μεταξύ τους και σκαλιστές μαρμάρινες σκάλες που κατέληγαν στον κήπο.
Σκεπή με κατακόκκινα κεραμίδια και δύο μικρά κόκκινα
παράθυρα σαν μάτια που σε κοίταγαν.
Ακόμα δύο κόκκινα, μεγάλα αυτή τη φορά, παράθυρα, στη μέση
του σπιτιού και η πόρτα του μικρή,
περίεργα μικρή, που επίσης μας φούντωνε την φαντασία για νάνους και νεράιδες.
Δεν είχε κάτι
τρομερό από άποψη αρχιτεκτονικής αλλά η αίσθηση που άφηνε μοναδική, ήταν ένα
μοναδικό σπίτι, μοναδικό στην κυριολεξία.
Γύρω γύρω από το σπίτι υπήρχε ένας κήπος, όχι πολύ
μεγάλος, αλλά και αυτός ήταν περίεργος γιατί δεν είχε αρχή και τέλος.
Σε όλα τα σπίτια ο κήπος σε κάποιο σημείο τελειώνει και
αρχίζει το πλατύσκαλο και οι τοίχοι του σπιτιού.
Ε, σε αυτό το σπίτι δεν τελείωνε ο κήπος. Συνεχιζόταν μέχρι
την πόρτα τόσο κολλητά, που νόμιζες ότι ο κήπος συνεχίζεται και μέσα στο σπίτι.
Και προς τα έξω είχε τυλίξει τη μάντρα του σπιτιού και
ενσωματωνόταν με τον κήπο και τα λουλούδια της πλατείας, χωρίς αρχή και χωρίς
τέλος πουθενά.
Μοναδικά όλα στο ξανθό μου σπίτι.
Του είχα λοιπόν πολύ μεγάλη αγάπη και πάντα ήταν το πρώτο
πράγμα που ήθελα να δω όταν πήγαινα διακοπές το καλοκαίρι.
Όταν ήμουν παιδί παίζαμε δίπλα στο ξανθό σπίτι
ανενόχλητοι από τη φασαρία του δρόμου, εκεί, πάντα, με τα όμορφα λουλούδια στον
κήπο του και τα φανταστικά πλάσματα που το κατοικούσαν.
Όταν μεγάλωσα ήταν το καταφύγιό μου σε όλα τα δύσκολα, χωρίς να μου κάνει εντύπωση η επιρροή που είχε επάνω μου.
Θεωρούσα ότι ήταν πολύ φυσικό να τρέχω εκεί πάντα για να
ξεχάσω ό,τι με πίκραινε. Δεν μπήκα ποτέ μέσα και πραγματικά δεν ξέρω αν θα έμπαινα,
αν κάποιος μου άνοιγε την πόρτα. Είχα πάντα λίγο την αίσθηση ότι δε θα ήθελα να μπω μέσα
ποτέ. Δεν ξέρω για ποιο λόγο.
'Ισως επειδή πίστευα ότι έτσι
έπρεπε να γίνει.
'Ισως επειδή φοβόμουν να μπω για να μη χαλάσω αυτό το
μύθο των παιδικών μου χρόνων.
Ειλικρινά δεν έχω ιδέα για ποιο λόγο.
Το ξανθό μου σπίτι δεν υπάρχει ακόμα, αλλά ακόμα και αν
υπήρχε δεν ξέρω αν θα άλλαζε κάτι για μένα.
Πάντα σε ό,τι δύσκολο περνάω στη ζωή μου, την εικόνα του
φέρνω στη μνήμη και με έναν τρόπο μαγικό αισθάνομαι καλύτερα.
Θα είναι πάντα μέσα στην ψυχή μου σαν το μυστηριώδες
μαγικό καταφύγιο των παιδικών μου ονείρων και θα τη φυλάω αυτή την εικόνα για
πάντα μέσα μου.
Ήταν το ξανθό μαγικό μου σπίτι και θα είναι κομμάτι μου
πάντα!
Εύχομαι όλα τα παιδιά στον κόσμο να μπορούσαν να έχουν
τέτοιες αναμνήσεις και όσα δεν μπορούν να μπορούσα να τους χαρίσω το δικό μου
ξανθό σπίτι!